Η ανθρώπινη ύπαρξη στις σύγχρονες προκλήσεις
Η τραγωδία της πτώσεως από τον Παράδεισο και η διάρρηξη των σχέσεων της ανθρώπινης φύσεως με τον Τριαδικό Θεό, επέφερε στον άνθρωπο μεγάλα δεινά και προσωπικώς, αλλά και σε όλη τη δημιουργία εν γένει. Δυστυχώς δεν μπόρεσε ο άνθρωπος ως Θεϊκό δημιούργημα «κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωσιν»[1] του Δημιουργού να διατηρήσει και να φέρει εις πέρας το αρχικό σχέδιο Του.
Τα προβλήματα και τα οψώνια των αστοχιών του ανθρώπου εμφανίζονται με την αρχική εωσφορική αυτονόμησή του, την παρακοή, την ιδιοτέλειά του και την αλαζονική συμπεριφορά της κακής άσκησης της ελευθερίας του. Η απόφασή του αυτή τον οδήγησε να περιβληθεί το ένδυμα του θανάτου, καθότι «ο άνθρωπος εν τιμή ων ομοιώθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις».[2] Όλα τα παραπάνω γίνονται αιτία και προσκόμματα στο να αδυνατεί να φθάσει η πεπτωκυία φύση του εις το «πρότερον», δυσκολεύεται να βρει την οδό της Θεώσεώς του ώστε να ενωθεί και πάλι εν Χριστώ, δεν μπορεί πλέον να συμπαρασύρει μαζί του και να ζωοποιήσει όλη την κτίση.
Η ανθρώπινη φύση νιώθει μέσα της υπαρξιακά το δράμα της αμαρτίας- της αστοχίας της και ζητεί να ξαναζήσει την τρυφή του παραδείσου, αλλά η σχέση διερράγη και η άσωτη περιπέτεια της εκκοσμικευμένης ζωής του γίνεται αιτία να μην μπορεί να φέρει μόνος του εις πέρας το αρχικό έργο της δημιουργίας. Άλλωστε καθαρά το αναφέρει ο Απ. Παύλος, ότι ο αγώνας μας, η καθημερινή μάχη μας είναι «διεξάγομεν πάλην με σάρκα και αίμα, αλλά με τας αρχάς, τας εξουσίας, τους κοσμοκράτορας του σκοτεινού τούτου κόσμου».[3]
Γι΄ αυτό ο Πλαστουργός και σπλαχνισθείς Θεός συμπονεί, συμπάσχει και κατέρχεται στη γη για να σαρκωθεί, να ξανα- ενωθεί με το δημιούργημά Του ώστε να του παράσχει ξανά τα αγαθά του παραδείσου, να του χαρίσει την αιώνια, την αληθινή ζωή και σωτηρία «Συγκαταβαίνων ο Σωτήρ τω γένει των ανθρώπων, κατεδέξατο σπαργάνων περιβολήν».[4] Φυσικά σε όλη αυτή την φιλάνθρωπη αγάπη και ένωση του ακτίστου με το κτιστό συνεργεί και η ανθρώπινη ύπαρξη με το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας η οποία γίνεται η κλίμακα, η γέφυρα, «Χαίρε κλίμαξ επουράνιε͵ δι΄ ης κατέβη ο Θεός· χαίρε͵ γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν»[5] συνεργεί επομένως λέγοντας το ναι, «ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου».[6]
Μια πράξη που αποκαλύπτει την ιστορική πορεία του Χριστού, αλλά και μερική γεύση της Βασιλείας Του για όλα τα Βαπτισμένα μέλη της Εκκλησίας, είναι η θεία λειτουργία. Αποτελεί το καθημερινό εσχατολογικό γεγονός που μας ενώνει μυστικώς μαζί Του και μας υπενθυμίζει αδιαλείπτως τις μεγάλες δωρεές και θυσίες που χάρισε ο Θεάνθρωπος Χριστός σε όλη την ανθρώπινη ύπαρξη, «Μεμνημένοι τοίνυν της σωτηρίου ταύτης εντολής, και πάντων των υπέρ ημών γεγενημένων, του Σταυρού του Τάφου, της τριημέρου Αναστάσεως, της εις Ουρανού αναβάσεως, της εκ δεξιών καθέδρας, της δευτέρας και ενδόξου πάλιν παρουσίας».[7]
Επομένως, η λήθη και η αδυναμία της ανθρώπινης ύπαρξης προς την χριστοποίησή της και η κεντρομόλος δύναμη της εκκοσμίκευσης της, την κάνουν να ξεχνά επανειλημμένως, τον αρχικό προορισμό της, την εμποδίζουν να βιώνει τα θεία γεγονότα που της δόθηκαν, την κάνουν να μην ζει οντολογικά και εσχατολογικά το ευχαριστηριακό μυστηριακό γεγονός της εν Χριστώ ζωής μέσα στην Εκκλησία, μέσα στην κοινωνία που εγκαταβιοί, αλλά την κατευθύνουν στα πρόσκαιρα και τα εφήμερα της κοσμικής ζωής. Ο αντίκτυπος όλων των προσωπικών βιωμάτων του, όλων των εμπειριών του, είτε του αγαθού, είτε του πονηρού, αποκαλύπτονται και φανερώνονται στην καθημερινότητα του. Είναι γνωστό ότι το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό που καθοδηγεί και παρέχει τις δωρεές του Φωτός και φωτίζει το όλον, αντιθέτως το πονηρό και άλαλο πνεύμα είναι αυτό που σκοτίζει και διαστρέφει την εγκόσμια συμπεριφορά και παρουσία της ανθρώπινης υπόστασης μέσα στην κοινότητα που ζει και περιφέρεται, «πάντες υμείς υιοί φωτός εστέ και υιοί ημέρας ούκ εσμέν νυκτὸς ουδέ σκότους»[8] μας τονίζει ο Απ. Παύλος.
Για να μπορέσει λοιπόν σήμερα η ανθρώπινη ύπαρξη, ως υπόσταση, ως κοινότητα, ως Εκκλησία να αρθρώσει λόγο μπροστά στις νέες προκλήσεις, στις νέες πολυπολιτισμικές κοινωνίες που δημιουργούνται, μπροστά στο νέο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον και τις νέες αποκαλύψεις, τις νέες ανακαλύψεις, είτε αυτές είναι Ιατρικές, είτε βιοηθικές, είτε τεχνολογικές, ή άλλες επιστημονικές θεωρίες, οφείλει να κάνει γνωστή την Τριαδολογική της υπόσταση, να κάνει γνωστό τον αγιοπνευματικό χαρακτήρα της, να φανερώνει καθημερινώς ότι ζει στον κόσμο τούτο, αλλά δεν είναι του κόσμου τούτου.
Είναι πολύ σημαντικό, αλλά και συνάμα δύσκολο η ανθρώπινη ύπαρξη να ενεργεί ως Εκκλησία, να ενεργεί με ένα θυσιαστικό τρόπο και να αντιμετωπίζει το κάθε τι μέσα στο κόσμο που ζει ως ένα αδιάρρηκτο και ενωμένο σώμα Χριστού «νυν δε πολλά μεν μέλη, εν δε σώμα»,[9] είναι δύσκολο γιατί οι σειρήνες του ευδαιμονισμού, της φιλαυτίας και της ατομοκρατίας διασπά την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος, ασχέτως αν αυτό η Εκκλησία το εύχεται σε κάθε θεία λειτουργία της «Την ενότητα της πίστεως και την κοινωνίαν του Αγίου Πνεύματος αιτησάμενοι, εαυτοὺς και αλλήλους, και πάσαν την ζωὴν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα.»[10]
Όταν ζεις ως πιστό μέλος μέσα στο σώμα της Εκκλησίας τότε βιώνεις όλες τις εκφάνσεις του εκκλησιαστικού σώματος, διότι αυτές είναι που αποκαλύπτουν συνεχώς το πώς ζει και πορεύεται μυστηριακώς και εσχατολογικώς το σώμα Χριστού. Δεν είναι πράξεις τυπικές και ανούσιες, ούτε ενέργειες που δεν φανερώνουν, που δεν παρέχουν τίποτα, αντιθέτως είναι ενέργειες που χαρίζουν στην ύπαρξη την αγαπητική κοινωνία και την ενότητα στην ευχαριστιακή σύναξη, «Η Χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων υμών».[11] Όλες αυτές οι αγιοπνευματικές δωρεές που αποκτά το πιστό μέλος, καθορίζουν την καθημερινότητα του μέσα στον κόσμο που ζει, καθορίζουν τον τρόπο και από που και πως αποκτά η ανθρώπινη ύπαρξη νόημα και ζωή. Οπότε μετά το δι’ ευχών, μετά την τέλεση της θείας Λειτουργίας, το πιστό μέλος αφού βίωσε μερικώς τη γεύση της Βασιλείας Του κηρύττει σε όλη την οικουμένη τα μυστηριακά γεγονότα.
Μία από τις πολλές Τριαδολογικές προτυπώσεις της Εκκλησίας που φανερώνονται στον καθημερινό βίο, είναι και ο θεσμός της οικογένειας, είναι ο θεσμός που παραλάβαμε από τους πατέρες μας εδώ και πολλούς αιώνες. Ο θεσμός αυτός είναι σημαντικός για κάθε πιστό μέλος της Εκκλησίας, διότι η σύναξη της οικογένειας αποτελεί τον Τριαδικό τρόπο φανέρωσης των Θείων Υπάρξεων μεταξύ τους, είναι τα Πρόσωπα τα οποία τα συνδέει η αγάπη, η ενότητα και η μεταξύ τους σχέση. Αντιθέτως η διάρρηξη των σχέσεων εντός της οικογένειας φανερώνει μερισμό, εγωισμό, διαίρεση και ατομικότητα, «Ο τίμιος γάμος…εν σωφροσύνη διατηρεί τον πιστόν»[12] μας αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος. Οι αγαστές σχέσεις μεταξύ των συζύγων και η στάση των ηλικιωμένων μέσα στην οικογένεια, είναι αυτές που θα τροχοδρομήσουν και θα οδηγήσουν τα τέκνα στην αληθινή πορεία της ζωής ώστε να επιλέξουν ελεύθερα τι νοηματοδοτεί οντολογικώς και εσαεί τη ζωή τους.
Ας μην περνά απαρατήρητο επίσης ότι η ροπή προς το μηδενισμό και η φθορά της ανθρώπινης ύπαρξης, έχει αρνητικό πρόθεμα και σε άλλες στάσεις της ζωής εκτός της οικογένειας. Οι αλλοιώσεις αυτές επιφέρουν την θανατηφόρο νόσο, δημιουργούν απόσταση του πιστού από το κύτταρο του σώματος της Εκκλησίας και παραμορφώνουν την αληθινή πορεία της εν Χριστώ ζωής του πιστού.
Η φωνή της Εκκλησίας είναι ξεκάθαρη από αρχής κόσμου «ο ποιήσας απ’ αρχής άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς»[13] είναι η φωνή που ενοχλεί την παγκοσμιοποιημένη και (προοδευτική) σύγχρονη και εκκοσμικευμένη κοινωνία, γιατί είναι μια κοινωνία που λειτουργεί παρά φύση, λειτουργεί με κτηνώδη ένστικτα και χωρίς φραγμούς«ομοίως δε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες».[14] Φτάνουν σε αυτό το σημείο διότι δεν γνωρίζουν οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες ότι ο άνθρωπος διαιρείται μεν αγαθοπρεπώς σε άρσεν και θήλυ, η διαίρεση όμως αυτή ενέχει εξ’ αρχής και την δυναμική της ενώσεως όλων των διαιρέσεων λόγω του ότι ο άνθρωπος λειτουργεί ως φυσικός σύνδεσμος όλων των όντων μετέχοντας ο ίδιος στην αρετή του Θεού, προσπαθεί και κατορθώνει να αποκαταστήσει την αστοχία αυτού του κόσμου «Ώστε δειχθήναι τε και γενέσθαι κατά την θείαν πρόθεσιν άνθρωπον μόνον, τη κατά το άρσεν και το θήλυ προσηγορία μη διαιρούμενον»[15]
Οι προκλήσεις της νεωτερικότητας δεν σταματούν να υφίστανται και ο θεσμός της οικογένειας ταράσσεται, αναστατώνεται, γεγονός που παρατηρούμε στις σύγχρονες «εναλλακτικές» μορφές οικογένειας οι οποίες δεν υπήρχαν στις παλαιότερες κοινωνίες, όπως πολιτικός γάμος, μικτοί γάμοι, παρένθετη μητέρα, σύμφωνα συμβίωσης, ομόφυλα ζευγάρια, και βιοηθικά διλλήματα της τεχνητής ή της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Ο άνθρωπος ζει μια κατάσταση βαβελική, ζει την μοναξιά, ζει την ξενιτεία και ως αποπροσανατολισμένο όν από τον δημιουργό Του προσπαθεί να βρει το Φως, τη λύση των προβλημάτων του στην εγκόσμια ζωή, να την βρει με ατομικό τρόπο, ψάχνει εναγωνίως τη δημιουργία νέων σχέσεων, επιζητεί την συντροφικότητα του μέσω της τεχνολογίας, μέσω της υποβοηθούμενης τεχνητής νοημοσύνης, των υπολογιστών, του διαδικτύου και όταν απογοητευτεί από την ειδωλοποίηση όλων αυτών των κενών, των ψεύτικων δημιουργημάτων του προστρέχει στην εγωιστική, μηδενιστική και θανατηφόρα συμπεριφορά της ευθανασίας και της αυτοχειρίας.
Κάθε φορά λοιπόν που το κάθε μέλος της Εκκλησίας προσπαθεί με την ελεύθερη βούληση να αυτονομηθεί και να περιχαρακωθεί γύρω από τον εαυτό του, γύρω από την εγωιστική του γνώμη γίνεται αιτία και φορέας μιας φίλαυτης, νοσηρής και θανατηφόρας νόσου. Έτσι ως Εκκλησία, ως Ποιμένες, ως οικογένεια οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί στη διαχείριση τέτοιων άσχημων καταστάσεων, να είμαστε έτοιμοι στον διάλογο, ενεργοί στην ακρόαση και στην ανεκτικότητα των αντιπαραθέσεων για να βοηθούμε την εικόνα του Θεού να βρει το στόχο Του.
Οφείλουμε να δεχόμαστε ως Εκκλησία του σαρκωμένου Θεανθρώπου Χριστού, κάθε προβληματισμένο, πονεμένο και απελπισμένο πλάσμα του Θεού θεραπευτικά και με ανοιχτές αγκάλες, φυσικά όποτε αυτό μας ζητά τη βοήθειά μας. Ως διάκονοι Χριστού αποτάσσουμε από πάνω μας κάθε κοσμική εξουσία και στεκόμαστε δίπλα σε κάθε ψυχή, προσευχόμενοι και ζητώντας την χάρη του αγίου Πνεύματος, επιζητώντας τη λύση μέσω φωτισμού και όχι μέσω λογικών συνειρμών και σκέψεων, μπροστά στις άστοχες ενέργειες της ανθρώπινης ύπαρξης, χωρίς να αποπέμπουμε κανένα και αφουγκραζόμενοι κάθε ύπαρξη διότι «Καρδίαν συντετριμμένη και τεταπεινωμένη ο Θεός ουκ εξουδενώσει»[16] φανερώνοντας σε όλο το σύγχρονο εκκοσμικευμένο κόσμο τη σωτήρια αποστολή και το χαρμόσυνο μήνυμα της Εκκλησίας.
Κλείνοντας, παρατηρούμε πως βασανίζεται και πως θαλασσοδέρνεται η ανθρώπινη ύπαρξη οικειοθελώς στα κύματα του χαιρέκακου δυνάστη λόγω της αρχικής αστοχίας της πτώσεως της από τον παράδεισο. Είδαμε πως προσπαθεί να επανορθώσει αλλά αδυνατεί, λόγω της εκκοσμίκευσης και της λαθεμένης, της αυτόνομης πορείας της διότι, «ζων ασώτως»,[17] ζει μια πορεία που την οδηγεί σε άσχημους ατραπούς με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γεμίσει τα υπαρξιακά κενά μέσα της, την κυριεύει ο φόβος του θανάτου και η αδυναμία να μετανοήσει, να έλθει «εις εαυτὸν, εις εαυτόν δε ελθών»,[18] λόγω του λοιμού και της αυτοάνοσης και ατομικιστικής συμπεριφοράς της. Τι της απομένει; Η επιστροφή, η μεταστροφή, η μετάνοια, η αληθινή μετάνοια «και εάν επτάκις της ημέρας αμάρτη εις σε και επτάκις της ημέρας επιστρέψει προς σε λέγων, μετανοώ, αφήσεις αυτώ»[19] και η Εκκλησία ανοίγει την καρδιά της και παραβλέπει τα λάθη, συν-χωρεί τα τέκνα της. Διότι ο λόγος της είναι λόγος παρηγορητικός, λόγος φιλανθρωπίας, λόγος συγκαταβάσεως, λόγος νίκης κατά του θανάτου, λόγος Αναστάσιμος, λόγος ευχαριστηριακός, λόγος χαράς και ευφροσύνης, λόγος αγάπης, ανιδιοτελούς και θυσιαστικής αγάπης, αυτή που μας δίδαξε ο Χριστός, αυτή που κηρύττει στο κόσμο και καλεί όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας κάθε Κυριακή στο ευχαριστιακό τραπέζι της να μετάσχουν, να αγιασθούν και να μεταμορφωθούν όλα τα πιστά μέλη Της.
π. Χρήστος Καραφουλίδης
[1] Γεν. 1,26
[2] Ψαλ.48,21
[3] Βλ. Εφ. 6, 12
[4] Στιχ. εορτής Μ. Βασιλείου
[5] Α΄ στάση των Χαιρετισμών της Θεοτόκου
[6] Λουκ. 1, 28-38
[7] Αγ. Αναφορά, Θεία λειτουργία Ιωάν. Χρυσοστόμου
[8] Α΄ Θεσ. 5,5
[9] Α΄ Κορινθ. 12,20
[10] ό.π… Θεία λειτουργία Ιωάν. Χρυσοστόμου
[11] ό.π… Θεία λειτουργία Ιωάν. Χρυσοστόμου
[12] Άγ. Ιω Χρυσ. Εις Εβραίους, Ομιλία 33, PG 63, 227.
[13] Ματθ.19,4
[14] Ρωμ. 1,27
[15] Αγ. Μαξίμου Ομολογητού, Περί διαφόρων αποριών προς Θωμάν, PG91,1305CD
[16] Ψαλμ, 50ος
[17] Λουκ. 15,13
[18] ο.π.. 15,17
[19] ο.π.. 17,4