Η ψευδαίσθηση της διαίρεσης εξαφανίζεται ενώπιον της Θείας Κοινωνίας


Πέρασε περισσότερο από ένας αιώνας από τότε που άνθρωποι των εκκλησιών κάνουν τα πάντα για να ξεπεράσουν τις διαιρέσεις του Χριστιανισμού. Με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς, ειδικά ο κλήρος, αλλά όχι μόνο, δημιουργούνται συναντήσεις στο όνομα του θεολογικού διαλόγου με σκοπό να επιτευχθεί αυτό που ο Ιησούς ανέθεσε στον πατέρα του με το περίφημο “ἵνα ὦσιν ἓν”. (Κατά Ιωάννην 17.11)
Οι συνεδριάσεις, οι στρογγυλές τράπεζες, οι διασκέψεις που στο παρελθόν δημιούργησαν τις εχθρικές στάσεις και κατά συνέπεια που οδήγησαν τις εκκλησίες σε αμοιβαίες αφορίσεις, έδειξαν, τουλάχιστον από την πλευρά των υψηλών ιεραρχίων, ότι εγκαταλείφθηκαν επίσημα οι διαμάχες και ότι υπάρχουν ενδείξεις διαλόγου για την αντιμετώπιση θεμάτων.
Tο οικουμενικό κίνημα έβαλε τα πρώτα βήματα από την προσευχή του Ιησού στον Πατέρα: “ἵνα ὦσιν ἓν” και πρέπει να ειπωθεί ότι αυτή η επίκληση του Υιού στον Πατέρα υιοθετήθηκε ως προτροπή για τους πιστούς να ανακαλύψουν εκ νέου τη χαμένη ενότητα με το σχίσμα του 1054.
Αλλά μία αμφιβολία υπονομεύει το μυαλό μου: υπάρχει πραγματικά διαίρεση; και αν υπάρχει, μεταξύ ποιών; Και επιπλέον, ο Ιησούς μίλησε για μια ενότητα μεταξύ των δικών Του (δηλαδή μεταξύ μας) ή μεταξύ των δικών Του και του Ἰδιου;
Θα μπορούσε να διατάξει τους μαθητές Του να είναι ενωμένοι, αλλά δεν το έκανε. Αντιθέτως τους πρότρεψε να αγαπούν ο ένας τον άλλον (ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς. Ιω 15,12). Το γεγονός ότι ο Ιησούς αφήνει την Ενότητα στα χέρια του Πατέρα και όχι στα δικά μας, κατά τη γνώμη μου, θέλέι να τονίσει τη σημασία της ίδιας της Ενότητας στην οικονομία της σωτηρίας. Από την ανάγνωση του Ευαγγελίου του Ιωάννου, επανειλημμένα φένεται ότι η μόνη ανησυχία του Ιησού πριν παραδοθεί στην θυσία, ήταν ακριβώς αυτό, να μας διατηρήσει όλους ενωμένους μαζί Του, όπως Εκείνος είναι ενωμένος με τον Πατέρα: “Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι σύ με ἀπέστειλας. καὶ ἐγὼ τὴν δόξαν ἣν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν, ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν, καὶ ἵνα γινώσκῃ ὁ κόσμος ὅτι σύ με ἀπέστειλας καὶ ἠγάπησας αὐτοὺς καθὼς ἐμὲ ἠγάπησας. Πάτερ, οὓς δέδωκάς μοι, θέλω ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ᾿ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσι τὴν δόξαν τὴν ἐμὴν ἣν δέδωκάς μοι, ὅτι ἠγάπησάς με πρὸ καταβολῆς κόσμου. Πάτερ δίκαιε, καὶ ὁ κόσμος σε οὐκ ἔγνω, ἐγὼ δέ σε ἔγνων, καὶ οὗτοι ἔγνωσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας· καὶ ἐγνώρισα αὐτοῖς τὸ ὄνομά σου καὶ γνωρίσω, ἵνα ἡ ἀγάπη ἣν ἠγάπησάς με ἐν αὐτοῖς ᾖ, κἀγὼ ἐν αὐτοῖς”.
Μέσα σ’αυτά τα λόγια η ουσία της ιστορίας της σωτηρίας φαίνεται να συνοψίζεται: η ενότητα με τον Χριστό, έχει αφεθεί απο τον Ιησού στα χέρια του Πατέρα. Απαιτεί μεγάλη προσοχή το γεγονός ότι σε αυτή την προσευχή στον Πατέρα, ο Ιησούς, δεν Του απευθύνει τον λόγο λέγοντας: «πλην ουχί το θέλημά μου, αλλά το σον ας γείνη» (Λουκάς 22, 42), όπως έπειτα θα έχει την δυνατότητα να πει όταν θα δει το τίμημα που θα πληρώσει για αυτό που απαίτησε, αλλά χρησιμοποιεί την λέξη “ΘEΛΩ”, “θέλω ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ᾿ἐμοῦ”.
Είναι μια ιερατική ομιλία υψηλής διαμεσολάβησης, στην οποία ο Ιησούς, ο αγαπημένος του Θεόυ πριν από τη δημιουργία του κόσμου, παρουσιάζει την απαίτηση Του στον Θεό Πατέρα: την εξέχουσα θέση της ανθρωπότητας ενάντια στη θυσία. Για να ενισχύσει αυτό το αίτημα στον Πατέρα Του, ο Ιησούς, έχοντας προσευχηθεί και συντάξει τη νέα διαθήκη, εισάγει μαζί μας έναν δυνατό δεσμό, κάνοντάς μας ένα με Αυτόν (Η συχνή θεία Κοινωνία φέρει τον αληθινό αγιασμό, όπου ο πιστός γίνεται Θεοφόρος και Χριστοφόρος, όμαιμος και σύναιμος του Χριστού. Αγ. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων), υποσχόμενος να μην πιεί από τον καρπό του αμπελιού αν όχι μαζί μας στην βασιλεία του Πατέρα Του (Μθ 26,26 Μκ 14, 22 Λκ 22, 15). Είναι γνωστό σε όλους το «Λάβετε, φάγετε τούτο εστί το σώμα μου, το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Πίετε εξ αυτού πάντες τούτο εστί το Αίμα μου το της Καινής Διαθήκης, το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών». Και πάλι ο ίδιος ο Χριστός: «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ». Υπάρχει κάτι πιο ενωτικό από αυτό; Και ποιός μπορεί η τολμαεί να βάλει σε κίνδυνο αυτή την ενότητα;
Η αποστολή του Ιησού περνάει από το Σταυρό και από την Aνάστασή Του, αλλά και μαζί με εμάς.
Η βυζαντινή εικόνα της Αναστάσεως έχει σκοπό να καταστήσει το αόρατο, ορατό: ο Αναστηθέντας πέρνει απο το χέρι τον Αδάμ και την Εύα, απομακρύνοντας τους από τις δυνάμεις του σκότους, της αμαρτίας και του θανάτου, και τους καθιστά ολοκληρωτικά μέτοχους της αιώνιας ζωής και της βασιλείας του Θεού.
Ιδού η Ενότητα!
Που είναι η διαίρεση όταν ο ίδιος ο Χριστός μας συλλαμβάνει και μας πάει στον Πατέρα; Είναι ο Χριστός που μας ενώνει με Εκείνον, με όλες τις δικές μας διαφορετικές κουλτούρες, τις δικές μας γλώσσες, τις δικές μας πολύπλοκες προσπάθειες να εξετάσουμε τα ακατανόητα και να μετρήσουμε τα ανυπολόγιστα, και κυρίως μαζί με τη κακή συνήθεια να κρίνουμε. Ο Χριστός δεν ήρθε για να διδάξει θεολογία αλλά για να μας σώσει.
Είναι ο Χριστός που μας ενώνει με τον τρόπο που ο ίδιος επίλεξε, με τη δική του άμεση και αιώνια απλότητα. Είμαστε μαζί με Εκείνον κι ας διαχωρίζουμε τους εαυτούς μας ως καθολικοὺς ή ορθόδοξους. Εκτός και αν θέλουμε κι εμείς, κάτω απο το Σταυρό Του, να παίξουμε ζάρια για να χωρίσουμε και μοίραστουμε τα ρούχα Του.
Η ιστορία ήδη γράφτηκε και ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος της Ιστορίας.
Μου αρέσει να φαντάζομαι έναν Θεό, χαμογελαστό σε σύγκριση με τις δικές μας διάφορες προσπάθειες να ενώσουμε αυτό που ήδη είναι ενωμένο, να επαναλαμβάνει σε εμάς αυτό που ήδη είχε πει στον Πέτρο: ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; (ολιγόπιστε διατί εκλονίσθης εις την πίστιν και εδειλίασες;).

Paolo Scagliarini